Το μοναστήρι της Παναγίας του Οικονομείου, γνωστό και ως Μονή του Αγίου Δημητρίου, βρίσκεται στην ανατολική δασώδη πλευρά της Όσσας μεταξύ των κωμοπόλεων Στομίου και Καρίτσας. Όπως μαρτυρείται από τα υπάρχοντα αρχαιολογικά λείψανα, στη θέση του μοναστηριού προϋπήρχε αρχαίος ειδωλολατρικός ναός αφιερωμένος σε άγνωστη θεότητα. Κατά την υπόθεση των Ζ. Εσφιγμενίτη και Ν. Γεωργιάδη το αρχαίο ιερό ανήκε στον Ποσειδώνα Πετραίον τον οποίο τιμούσαν και γίορταζαν οι Θεσσαλοί σε ανάμνηση του μεγάλου σεισμού που διαχώρισε την Όσσα από τον Όλυμπο, έργο αποδιδόμενο στον Ποσειδώνα.
Στην ίδια θέση του αρχαίου ιερού οικοδομήθηκε κατά τον ΄Δ και Έ μ.Χ. αιώνα μια βυζαντινή εκκλησία. Ο Γάλλος περιηγητής Μεζιέρ όταν επισκέφτηκε το μοναστήρι το 1852 πληροφορήθηκε από τον γέροντα ηγούμενο της Μονής ότι σύμφωνα με την παράδοση, το μοναστήρι είχε ιδρυθεί κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορίας του Ιουστινιανού (527-556μ.Χ.). Την Ίδια πληροφορία έδωσε και ο ηγούμενος Ζαχαρίας ο οποίος έζησε εκεί 54 και πλέον χρόνια και στον Ρώσσο αρχιμανδρίτη Πόρφυρο Ουσπένσκη που επισκέφτηκε το μοναστήρι το 1859. Η πληροφορία μπορεί να είναι αληθής. Εν τούτοις η Μονή φέρει από παλιά την ονομασία Κομνήνειον, ένδειξη κατά τον επίσκοπο Πλαταμώνα Αμβρόσιο, ότι είναι «ίδρυμα της Βασιλικής Οικογενείας των Κομνηνών».
Στη διάρκεια της δυναστείας των Κομνηνών πρέπει να ιδρύθηκε η μεγαλοπρεπής βασιλική μονή στη θέση του προυπάρχοντος μικρού βυζαντινού ναού. Ο Κομνήνειος ναός ήταν ευρέων διαστάσεων (26*16μ.) του τύπου τρίκογχου σταυροειδούς, με τέσσερα παρεκκλήσια στις τέσσερις γωνίες που συνδεόταν αρχιτεκτονικά με το όλο οικοδόμημα. Τόσο ο αρχιτεκτονικός τύπος των τεσσάρων παρεκλησιών όσο και η εξωτερική επιμελής τοιχοδομία, που αποτελείται από πλίνθους και λαξευτούς λίθους τοποθετημένους εναλλάξ στις ζώνες, αποτελούν σπάνια περίπτωση υψηλής αρχιτεκτονικής κατασκευής.
Το Μοναστήρι φέρει και την ονομασία Οικονομείον ή Οικονόμειο , πιθανώς από το όνομα του διαλυθέντος κατά την 10ετία του 1860 μικρού οικισμού Οικονομείο, που υπήρχε εκεί κοντά όπου διέμενε ο οικονόμος της Μονής. Επίσης η Μονή, που είναι αφιερωμένη στην Παναγία Θεοτόκο ονομάζεται και Μονή του Αγίου Δημητρίου. Κατά τον Ουσπένσκη η μετονομασία αυτή ίσως να έγινε κατά το 1578 από τους εγκατασταθέντες εκεί μοναχούς που έφτασαν εκεί από κάποιο άλλο μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου. Ο ίδιος επισκέπτης το 1859, λέει ότι είδε εκεί ένα Ευαγγέλιο που θεωρήθηκε ότι ανήκε στον μητροπολίτη Λαρίσης Αχίλλείο, πάνω στο οποίο ο επίσκοπος Πλαταμώνα Διονύσιος έγραψε το 1583 ότι «αυτό ανήκει στο Οικονομείο, τη Μονή του Αγίου Δημητρίου». Αυτή είναι ίσως η πιο παλαιά μαρτυρία για την ονομασία του Αγίου Δημητρίου.
Όσον αφορά το περίφημο αυτό τετραβάγγελο, η παράδοση έλεγε ότι άνηκε στον Άγιο Αχίλλειο μητροπολίτη Λαρίσης που είχε μετάσχει στην Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας το 325 μ.Χ. Επρόκειτο κατά το Μεζιέρ για το πιο ωραίο χειρόγραφο. Ήταν γραμμένο σε περγαμηνή με χρυσά γράμματα με θαυμάσια λεπτότητα, στολισμένο με μικρογραφίες και σχόλια στα περιθώρια. Ο Μεζιέρ που όπως λέει έφυγε από το μοναστήρι με 15 χειρόγραφους κώδικές και άλλα 20 έντυπα, λυπήθηκε γιατί δεν μπόρεσε να αποκτήσει το Ευαγγέλιο αυτό, επειδή ο μοναχός του ζητούσε το λιγότερο 4.000 τουρκικά πιάστρα για να του το δώσει. Άλλα και ο άλλος επισκέπτης, ο Ουσπένσκη, λέει ότι στο μοναστήρι τον έφερε η φήμη για το Ευαγγέλιο του Αγίου Αχίλλειου που φυλασσόταν εκεί και το οποίο πράγματι είδε. Δηλαδή ο άνθρωπος ξεκίνησε από την Λάρισα και διήνυσε μια απόσταση και με γαιδουράκι με στόχο το Ευαγγέλιο. Τελικά το Ευαγγέλιο αυτό δεν γλίτωσε από τους περιφερόμενους αγύρτες και τα παζαρέματα του επιλήσμονος μοναχού.
Το μοναστήρι, σύμφωνα με τις πληροφορίες του πρωτονοτάριου του Πατριαρχείου Κων/πόλεως Θ. Ζυγομάλη είχε 300 μοναχούς. Ο Ζυγομάλης επισκέπτηκε κατά τα έτη 1576 - 1577 τα μοναστήρια με εντολή του Πατριάρχη Κων/πόλεως να εισπράξει τα οφειλόμενα από τα μοναστήρια πατριαρχικά δικαιώματα. Όταν επέστρεψε στην Κων/πολη έγραψε διάφορες επιστολές με πληροφορίες για τα Μοναστήρια. Για το μοναστήρι «Παναγιά του Οικομονείου» λέει ότι είχε 300 μοναχούς. Η στέγαση τόσων μοναχών προϋποθέτει την ύπαρξη ανάλογων χώρων και ίσως αυτό να εννοεί το αναφερόμενο υπό του Ι. Λεονάδρου «κάτωθεν του μοναστηριού τούτου ευρίσκοντο διάφορα ερείπια αρχαίων μοναστηριών».
Πρέπει όμως να λάβουμε υπ' όψιν ότι στην ίδια περιοχή παραθαλάσσιως, ανακαλύφτηκαν τάφοι του 6ου π.Χ. αιώνα που ανήκαν προφανώς στην αρχαία πόλη των Ευρυμενών. Δηλαδή η περιοχή έχει κατοικηθεί και παλιότερα. Η μονή καταστράφηκε κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας και ιδίως στα χρόνια της επαναστάσεως του 1821. Άλλα, ακόμα χειρότερα συνέβησαν κατά το 1868, όταν πυρπολήθηκε από τον παράφρονα ηγούμενο της μονής και αρπάχθηκε όλη η κτηματική και κινητή περιουσία της. Τότε χάθηκαν και τα τελευταία πολύτιμα κειμήλια και καταστράφηκε το αρχείο και η πλούσια βιβλιοθήκη. Μερικά από τα σπάνια αυτά χειρόγραφα πουλήθηκαν σε ευτελή τιμή σε γυρολόγους και αρχαιοκάπηλους, όπως στο Γάλλο Μεζιέρ και τώρα βρίσκονται στην Εθνική βιβλιοθήκη των Παρισίων. Η έρευνα στο μέλλον σε Ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες ίσως εντοπίσει στοιχεία τα οποία θα φωτίσουν την ιστορία της ιεράς Μονής.
Το μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου ευρισκόμενο σε δασώδη περιοχή αποτελούασε ασφαλές καταφύγιο για τους κατατρεγμένους Έλληνές κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας. Οι Τούρκοι σπάνια πλησίαζαν την περιοχή και μόνο με μεγάλη δύναμη στρατού ανέβαιναν μέχρι το μοναστήρι. Στα χρόνια της Επαναστάσεως του 1821 το μοναστήρι προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες στους μαχόμενους κλεφταρματωλούς. Τότε έγιναν αλλεπάλληλες επιδρομές των Τούρκων οι οποίοι κατέστρεψαν πόλλα κειμήλια και χειρόγραφούς κώδικες της βιβλιοθήκης. Το πυκνό δάσος με την οργιώδη βλάστηση, καθιστούσε την περιοχή άβατη για τις τουρκικές αρχές. Εκεί κατέφυγαν με καΐκια οι διαφυγούσες οικογένειες από την ανθρωποσφαγή της Χίου το 1822. Δύο από τα καΐκια που κατόρθωσαν να διαφύγουν από την σφαγή της Χίου (σφάχτηκαν τότε 30.000υναικόπαιδα), διέσχισαν το Αιγαίο και βγήκαν στον όρμο του Στομίου. Από εκεί, οι οικογένειες που διασώθηκαν ανηφόρισαν και εγκαταστάθηκαν μέσα στο πυκνό δάσος.
Αλλά και μετά την επανάσταση του 1821 το μοναστήρι συνέχισε την προσφορά του στον αγώνα κατά των Τούρκων. Γι' αυτό εθεωρείτο πάντα ύποπτο από τις τουρκικές αρχές. Έτσι, βλέπουμε να περικυκλώνεται τον Ιούνιο του 1831 από τον Χασάν Αγά με 500 στρατιώτες αναζητώντας τους κλέφτες. Κατά την περίοδο της κατοχής 1941 - 1944 η Μονή δέχθηκε ακόμα ένα πλήγμα από τον κατακτητή. Τα δύσκολα χρόνια που κύλησαν, τα καταστροφικά γεγονότα που έμειναν στην ιστορία και ο πανδαμάτωρ χρόνος έπληξαν την άλλοτε ανθούσα ιστορική μονή μεταβάλλοντας την σε ερείπιο.
Τώρα, δίπλα στο χώρο της αρχαίας μονής έχει ανεγερθεί ένα νέο μεγαλοπρεπές μοναστήρι, ίδρυμα της τελευταίας 15ετίας. Όποιος θέλει να θαυμάσει την ωραιότητα του τοπίου και να επαινέσει την αξιοσύνη των εργατικών χεριών των 10 θεόκλητων μοναχών οι οποίοι μόνοι ανέγηραν το περίβλεπτο οικοδόμημα, δεν έχει παρά να επισκεφτεί τον ιερό και ιστορικό τούτο χώρο.